Бесплатно

Η Βαβυλωνία ή η κατά τόπους διαφθορά της ελληνικής γλώσσης

Текст
0
Отзывы
iOSAndroidWindows Phone
Куда отправить ссылку на приложение?
Не закрывайте это окно, пока не введёте код в мобильном устройстве
ПовторитьСсылка отправлена

По требованию правообладателя эта книга недоступна для скачивания в виде файла.

Однако вы можете читать её в наших мобильных приложениях (даже без подключения к сети интернет) и онлайн на сайте ЛитРес.

Отметить прочитанной
Шрифт:Меньше АаБольше Аа

ΣΚΗΝΗ Γ'

(Ο Αστυνόμος εξετάζει τον Κύπριον.)

Αστυνόμος, Κύπριος και Στρατιώται.

ΑΣΤ. (προς τους στρατιώτας) φέρτε μου μουρέ, εκεόν τον άλλονε

ΣΤΡ. (Φέρουν τον Κύπριον)

ΑΣΤ. Τ' όνομα σου;

ΚΥΠ. Σολομώς.

ΑΣΤ. Άλλος διάβολος ετούτος – (προς τον Κύπριον) μπα κ' είσαι στοκοφίσι; – κι' απέ πού είσαι;

ΚΥΠ. Απέ την Τζίπρον είμαι.

ΑΣΤ. Και πες μου δα εσύ· πώς εγίνηκε ο λαβωμός του Κρητικού;

ΚΥΠ. Οι Κρηντιτζοί μιλούσιν τα λωά τα λόγιά τους και την αχελουμαλούσα λέσιν νύμφη, το λαμπρόν λέσιν το φωτιά, τον άπαρο λέσιν τον χτήμα και ταις κουδέλαις λέσιν ταις κουράδια – και είπεν του ο Κρητικός τ' Αρβανίτην π' ούφαις τα κουράδια, της κουδέλαις, τ' αρνίαν που λέσιν στον τόπο μας κι Αρβανίτης είπεν του να τα φάης συ, και πήκασιν καλαμπαλίκην – κι' Αρβανίτης έρριψεν πιστόλην του και χτύπησεν τον Κρητικόν στον χέριν του και γίνηκεν πανναήριν – είπα τους να νον γιατρέψω εώ κ' ήψα λαμπρόν στη φουκούν, για να κάμω άμπλαστρο ν' αλλείψω τον γιαράν του….

ΑΣΤ. (Τον αντικόπτει.) Άλτρος κάβος κονταρέμος – άλλα με λες και συ, ξοφνικό να σ' ούρτη πρε διαόλλου στοκοφίσι Σολομώ! – και πού να καταλάβω τζη κορδέλλαις, τα μπιλάστρα σου, το λαμπρό σου, και τζη λέξαις σου ούλαις, που μου σαλτάρησε 122 το τζερβέλλο 123 ούλο; ας ην δα, – και τι τέχνη κάμεις;

ΚΥΠ. Είμαι γιατρός και δραάζω την σολομονική.

ΑΣΤ. Ω διάολλε!!! και ξέρεις μωρέ στοκοφίσι να κιαμάρης 124 τζη διαόλλους; και δε σε τ' αβερτήρανε 125 οι διαόλλοι το κάζο ετούτο πρι μου γένη; ώρσαι και συ πέντε φάσκελα στη σολομονική σου μέσα, διαόλλου Σωλομώ, λέγε μου τώρα γιαμά, μπα κ' ήτανε κάζο πενσάτο;

ΚΥΠ. Φράντζικα δεν καταλααίνω – κ' σεις οι φράνιτζοι εκατάλαες, είστεν λωοί άνθρωποι και λωά λέτεν τα κ' εσείς τα λόι σας και δε σας καταλααίνει κανείς.

ΑΣΤ. Αρέστο κ' εσύ διαόλου στοκοφίσι, αρέστο – (προς τους στρατιώτας) πάρτε τονε μουρέ κι' αυτόνε το Σολομώ.

ΣΤΡ. (Τον πέρνουν)

ΑΣΤ. Μωρ' ακούτε γιαμά σ' τη πίστι σας όνομα; – Σολομώ; – (απορεί) ναι μουρέ να με σκοτόσουνε, πρώτη βολά τ' ακούγω – αύριο θ' ακούσουμε και κανέα μπακαλάο ασολουταμέντε – και δεν είναι μιράκολο 126 ν' ακούη κανείς τέτγοια ονόματα

ΣΚΗΝΗ Η'

Ο Αστυνόμος (καθ' εαυτόν).

ΑΣΤ. Φιναλμέντε 127 απέ ούλαις ετούτες τζη εζάμινες δεν έβγαλα τίποτε – κανένας ως τα τώρα δε μπόρεσε να με περσουαδάρη 128 αν ήτανε κάζο πενσάτο, μα τώρα πρέπει να κάμω και τζη άλλαις μου τζη εζάμινες, κι' ότι διάολο βγάλω, και ξανίξω να τόνε ραπορτάρω 129 σ' τη Διοίκησι, κ' ας κάμ' ό,τι θέλει· το ραπόρτο μου πως θα γένει ρεδίκολο 130 το ξέρω, κ' είμαι περσουάζος 131 θ' άναι γιομάτο κογιοναρίαις, και καμμιά σεργιέτα οφφιτζιάλε 132 δε θ' άχι μέσα.

ΣΚΗΝΗ Θ'

(Ο Αστυνόμος εξετάζει τον Χίον.)

Αστυνόμος, Χίος και Στρατιώται.

ΑΣΤ. Φέρτε μ' εκειόν τον άλλονε…

ΣΤΡ. (Τον παρουσιάζουν.)

ΑΣΤ. (Προς τον Χίον) Τ' όνομα σου μουρέ;

ΧΙΟΣ. Μπουρλής Αμπρουζής.

ΑΣΤ. Άλλος διάολος κι ετούτος – σ' αρέσει; να όνομα που μουδέ ς' τ' όνειρό μου δεν τα άκουσα (προς τον Χίον) και πούθε είσαι γιαμά ;

ΧΙΟΣ. Χιώτης, να σας χαρώ.

ΑΣΤ. Και τι τέχνη κάμνεις.

ΧΙΟΣ. Σεκερτζής.

ΑΣΤ. Και τ' είν αυτό γιαμά το σεκερτζής;

ΧΙΟΣ. Φτιάνω λογιών το λογιώ γλυκά, – ροδοζάχαρες, χαλβάδες κόντια… κι' ό,τι άλλο θέτενε.

ΑΣΤ. Και πες δα κακόρικε, π' ούσαι κομφετιέρης. – και πώς εγίνηκε ο λαβωμός του κρητικού;

ΧΙΟΣ. Εν ηξεύρω τίποτες, να σας χαρώ, κ' εγώ κοιμούμενε, και ήγλεπα ς' τ' όνειρό μου που πμλεχτήκανε ο Κρητικός με τον Αρβανίτη – ήκουσα και το βρόντος του πιστολιού μα ίντα να κάμω σαν γλυκοκοιμούμουνε;

ΑΣΤ. Όμορφο ύπνο έκαμες και συ – οι άνθρωποι σκοτωνούντανε, και συ κυμούσανε – μοιάζει από ταις πολλαίς κομφετέρους, γλυκάθηκες και στον ύπνο σου.

ΧΙΟΣ. Όσκαι να σας χαρώ, αφ' το κρασί, και αφ' της χορούς ζαλήστηκα, κ' ήπεσα, και σαν ήκουσα το βρότος, είπα να σηκωθώ, και εν μπόρουμουν.

ΑΣΤ. Και πες δα εσύ, μπα κ' ήτανε κάζο πενσάτο,

ΧΙΟΣ. Έμ' έμαθεν ο πάης μου τα ταλλιάνικα, για να σας δώσω την απόκρισι, άθεν τ' όξερε που θα με ρωτάνε φράγκικα, μπόρειε να με τα μάθη.

ΑΣΤ. Θα σε στείλω διάολε· κ' εσένα α ρέστο, κι' ας κοιμούσανε.

ΧΙΟΣ. Κ' ίντα σας έκαμα εγώ μαθές; ήφτεξά σας τίποτις; εγώ ριξα το πιστόλι; εγώ βάρεσα τον κρητικό; ε μιλλήτενε μαθές; Ίντ άκαμα; εγώ άρματα ε φορώ, που να πήτεν πως βόθουμουν τ' αρβανίτη, – ε ίντα – εν εκοιμούμουνε;

ΑΣΤ. Δεν περνούνε σε μένα Μπαρτζολέταις 133 – θα σε στείλω α ρέστο νον ζε κάζο.

ΧΙΟΣ. Χίλλια ριάλλια 134 δίνω σας, και μη με στέρνετε στη φυλακή, γιατί με σβύνετεν πλια.

ΑΣΤ. Εγώ θέλω ονόρ 135 μουρέ κακόρικε, δε θέλω ριάλια.

ΧΙΟΣ. Δυο χιλιάδες πάρτεν άματις, και το ρωλόι μου και μη με στέρνετεν, γιατί εν κάμει… να χαρήτεν τον πάη σας, και την τζάτζα σας.

ΑΣΤ. Μουρέ τι πάη, και τζάτζα μου λες; α ρέστο μπιρπάντε! ακούς γιαμά του διαόλου τον άνθρωπο, που γυρεύει να μου σπορκάρη 136 την φάτζα,; 137 να μουρέ, ώρσαι πέντε φάσκελα μέσ' το ρωλόγι σου, και μέσ' τζη χιλιάδες σου – εκατό χιλιάδες τζικίνια 138 να με δώσης καλότυχε, δε σπορκάρω τ' ονόρε μου – α ρέστο – α ρέστο, (προς τους στρατιώτας) πάρτε τόνε μουρέ κι' αυτόνε για το διάολλο!!

 

ΣΤΡ. (τον πέρνουν).

ΣΚΗΝΗ Ι'

Ο Αστυνόμος (καθ' εαυτόν)

ΑΣΤ. Τώρα γιαμά πρέπει να κάμω άττο σέργιο 139, πρέπει να σιντζιλλάρω 140 τη λοκάντα, να κλείσω και τζη πόρταις τζη ούλαις – εποϊ 141 να στείλω και το λοκαντιέρη α ρέστο και εκειόνε το μπιρπάντε που τζη έδινε τέτγοι άνθρωποι τόσο κρασί και τζη εμέθυσε, κ' εκάμανε τέτγοιαις συμφοραίς· κατόπι να στείλω να τζερκάρω 142 και για το Λιάπη – κι' αμά ξέρω δα πού ς' το διάολλο να τον εύρω; εδώ χρειάζεται μανιέρα 143 καπατζιτά 144 και σπιρτοσύνη, κι αμά που δεν τόνε γνωρίζω μέσ' τζη διαόλοι – τζη έλληνι – αι – κουέστω ζε 145 πολύ κακό – μα τώρα πρέπει να φουγιάξω ούλοι τζη πιστεμένοι μου στρατιώταις, το Διονύσιο, το Γεράσιμο, τον Τζαβατίνο, και εκειόνε τον άλλονε το διάολο π' ούλο μου φεύγ' απ' τη μεμόρια 146.

ΣΚΗΝΗ ΙΑ'

(Ο Αστυνόμος αποστέλλει τινάς στρατιώτας δια να εύρουν και συλλάβουν τον Αλβανόν).

Ο Αστυνόμος και οι Στρατιώται.

ΑΣΤ. Μουρέ Γεράσιμε!!

ΣΤΡ. Ντελόγκ' 147 αφέντη.

ΑΣΤ. Μουρέ πώς τονε λένε κιόνε το διάολο;

ΣΤΡ. Ποιόνε αφέντη;

ΑΣΤ. Εκιόνε μυρέ διάλ' έπαρέ σε και σένα – τζίτο μουρέ διάολε.. εκιόνε – (τον δείχνει).

ΣΤΡ. Α! αφέντη – τον Κάντηλα λες;

ΑΣΤ. Ναι μουρέ – ν' άμπ' ο διάολος μέσ το μυαλό μου και δεν θυμούμουνε την καντήλα; ναι, ναι, τον καντήλα για σου Γεράσιμέ μου, τον καντήλα – πάρτονε εκιόνε και το Διονύσιο, και τον Τζαβαντίνο, και εκιόνε τον άλλονε το διάολο.

ΣΤΡ. Ποιόνε τον Αντζουλή;

ΑΣΤ. Για σου – και να πάτε να τζερκάρεται για να πγιάσεται τον αρβανίτη να μου τόνε φέρτε..μα Γεράσιμέ μου… α πιάν α πιάνο 148 μπα κι ακροτζεριστή 149 και σας σκαπουλάρι 150.

ΣΤΡ. Έγνοια σ' αφέντη – (στρέφει να αναχωρήση) σκιαβ' 151 αφέντη.

ΑΣΤ. Σ' το καλό Γεράσιμέ μου, μάτια μου – σ' το καλό τζόγια μου – εδώ σε θέλω γιαμά.

ΣΤΡ. (ευγάζων το φέσι του) σκιάβο σκιάβο αφέντη.

ΑΣΤ. Σ' το καλό, σ' το καλό – παρ και τζη άλλους που σ' ούπα.

ΣΤΡ. Ντελέγκ' αφέντη, ούλοι πάμε γιαμά.

(Ο Αστυνόμος σφραγίζει το Ξενοδοχείον.)

Ο Αστυνόμος, ο Ξενοδόχος, οι Στρατιώται και ο Κρητικός.

ΑΣΤ. (Προς τους στρατιώτας) Βγάρτε τζη όλους, ούλους π' ούναι μέσ' τη λουκάντα – βγάρτε τζη ούλους όξου – κλείσται τζη τσάντζες ούλαις, και τζη κάμαραις γιατί θα συντζιλλάρω το λουκάντα – πάρετε και κειόνε το πυρπάντε το λοκαντιέρη αρέστο και κειόνε τον κατεργάρη μαζή με τζη άλλους να τον πάτε τώρα, ως που να βρούμε το λιάπη, και ν' ανοίξουμε την γκάουζα,

ΞΕΝ. Κ' αφήτε με άματις να πάρω τα κατάστιχά μου, γιατ' σβυώ ο κακόσορτος – αλοί μου!!!

ΑΣΤ. (Με θυμόν) πάρτα ντε λόγκο διάολε!!!

ΞΕΝ. Οχονούς (τα πέρνει).

ΑΣΤ. (Προς τους στρατιώτας) Πάρτε τόνε α ρέστο – φέρτε τζέρα δι σπάνια 152 και το σιντζίλλο 153 τζη αστυνομίας, γιατί πρέπει ν' ήναι συντζηλλάτη 154 οφφιτζιανμέντε 155 (σφραγίζει τας θύρας.)

ΣΤΡ. Γιάμ' αφέντη, γιάμ' αφέντη!!

ΑΣΤ. Τ' είναι μουρέ;

ΣΤΡ. Τον Κρητικό τον αφήσαμε μέσα.

ΑΣΤ. Ποιόνε μουρέ; το λαβωμένο; ω διάολλ' έπαρέ με κι' εμένα με το νου μου – ώρσαι γιαμά μέσ' το νου μου – (φασκελώνεται μόνος του) – και μ' αφήκανε καλότυχε, τούτ' οι διαόλοι ταλέντον 156; βγάρτετό νε κι' εκειόνε όξου.

ΣΤΡ. Πάμε να τον συκώσουμε.

ΚΡΗΣ. Γιάντα δα θι[ο]ς κ' η ψυχή σας!!! – ζουντανό δεδίμ θα με θάψετε επά δα; – δεν μπορώ να πουρήσω κια ολιά θιός που το κατέχει – είπα σας το δα πούρι.

ΣΤΡ. Σε πηγαίνουμε γάλι γάλι, μη φοβάσαι (τον σηκώνουν διά να τον μεταφέρουν εις το αστυνομικόν κατάστημα.)

ΑΣΤ. Ετούτους που εζαμινάραμε, να τζη πάτε αρέστο έναν ένανε, για να μη σας κάμουμε κανένα ρεμπελιό 157 σ' τον δρόμο.

ΣΤΡ. Έγνοιά σ αφέντη – μη φοβάσαι – και ξέρουμ' εμείς (Αναχωρούν)

ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ Β'. ΠΡΑΞΕΩΣ

ΠΡΑΞΙΣ Α'

ΣΚΗΝΗ Α'

(Οι στρατιώται φυλακίζουν τον Ανατολίτην.)

Στρατιώται και ο Ανατολίτης.

ΣΤΡ. Α – περπάτειε – (τον σπρώχνουν)

ΑΝΑΤ. Έι τζάνουμ. μη σκουντάς – κόσμος γλέπει, ντρέπομαι – αγάλια αγάλια – ιστέ εγώ παγαίνω – μη φοβάστε, ντε φεύγω – μπαξίσι σου εγώ ντίνο ένα τάλλαρο τζίλικο 158.

ΣΤΡ. Έμπα μέσα τώρα = κάτζαι στο φρέσκο· (τον αφίνουν και αναχωρούν.)

ΣΚΗΝΗ Β'

(Ο Ανατολίτης καθ' εαυτόν)

ΑΝΑΤ. Ορίστε λευτεριά – άμμα λευτεριά – ταμάμ! – φόρτσ μόρτο, σάντο μάντο, μέστο ρέστο, είπε, άιδε γιαβρούμ 159 χάψι, μήτε ικρίσι, μήτε ιλάμι 160, μήτε τίποτα, εμέν ίσγια στη χάψι – άτζαπα 161 μόδα στην Ελλάδα έτζι είναι; εμέν 162 – δυω λόγια λένε, χορίς φταίξιμο, χωρίς τίποτα χάψι βάνουνε; να λευτεριά, να μάλαμα…….αστρονόμο πολύ σέρτι 163 άντρωπο είναι…..γκεμ αλμάζης 164 είναι, χιτζ λακιοδί 165 ντε πέρνει – κατόλου κατόλου – έμεν βρίζει… φάρκι 166 ντε κάμει, άντρωπο είναι, Γάινταρο είναι, ούλα ένα τ' άχη…. αρτίκ τι να κάμω τώρα; να τραβίξω ένα μπελά ήρτε κεφάλα μου, σάμπρι 167 να κάμω, τζαρέ ντεν είναι….. σ' το κούτελο μου 168 γραφτό ήτανε και τούτο.

 

ΣΚΗΝΗ Γ'

(Οι στρατιώται φυλακίζουν τον Λογιώτατον.)

Στρατιώται και ο Λογιώτατος

ΣΤΡ. Ντε περπάτγειε, καλαμαρά, π' ούφαγες τοις λίραις.!!!

ΛΟΓ. Λίραν ουκ εγευσάμην… ξύλον γαρ εστί χορδάς και νευράς έχον… πλακούντα και δη εγευσάμην… τριχίας τε τεταριχευμένους συν οξυγάρω… και δη διά το φαγείν με ταύτα φυλακιστέον με εστίν : άπαγε.

ΣΤΡ. πολλή μουρμούρα δε θέλει… έμπα μέσα.

ΛΟΓ. Πού;

ΣΤΡ. Στη φυλακή.

ΛΟΓ. Και δη ακρίτως φυλακισθήσομαι; ώμοι! ώμοι!

ΣΤΡ. Πάρα μέσα, έμπα.

ΛΟΓ. και δη σκότος ενταυθοί μέγα τε ψηλαφητόν τε! τάλας εγώ!

ΣΤΡ. (Τον αφίνουν και αναχωρούν)

ΛΟΓ. (Εισερχόμενος εις την φυλακήν οδύρεται) ιώ!.. ιώ.. έπαθον τλάμων, έπαθον άξι οδυρμών.. Φευ! φευ! και δη, πώς αν ολοίμαν; θανάτω κατακλησέμην… ώμοι, τάλας! ιώ, ιώ!… φευ, φευ!! παι, παι παι! παπαί, παπαί, παπαί παι.

ΣΚΗΝΗ Δ'

(Ο Ανατολίτης καθήμενος έσωθεν ακούει τους οδυρμούς του Λογιωτάτου αλλά δεν τον διακρίνει.

Ανατολίτης και ο Λογιώτατος.

ΑΝΑΤ. Ποιος είναι πρε, φωνάζει γιο, γιο, εφ' πεφ παπά, πουχ; (προς τον Λογιώτατον) σακίν εσύ είσαι Λογιώτατο;

ΛΟΓ. Έγωγε.

ΑΝΑΤ. Έι… και γιατί κλαις για; γιατί φωνάζει εφ πουφ;… τι έπατες;

ΛΟΓ. Και δη ακρίτως, και αδίκως κεκάθειργρμαι…. τούτο δε οδυρόμενος τυγχάνω.

ΑΝΑΤ. Αντάμ εσύ ντε ξέρο τι άντρωπο.. είσαι και χάψι βάνανε εσένα, ηλληνικά μιλάς… (με θυμόν) μίλα ρωμαίκα πγια, πρε!!! ως πότε ηλληνικά; τι έπατες λεμ; ντεν ακούς;

ΛΟΓ. Αδίκως εφυλακίσθην.

ΑΝΑΤ. Άι. Εσύ μονάχα; να κι' εγώ.. αστρονόμο χάψι έβανε, αμά ντεν κλαίω… ντε φωνάζω πουφ μουφ… μην κλαις… σώπα σώπα…. έλα κοντά, πάρε καλαμάρι σου, πένα σου, γράψαι αναφορά ς' το Κύριο Διοικοτή, φίλο ντικό μου είναι, να βγάνη όξου.. άιδε· κάμε γλίγωρα να στείλουμε.

ΛΟΓ. Και δη γραπτέον…. ευ έχει.

ΑΝΑΤ. Εμ μεβ, άφστο πγιά.. γράψαι.

ΛΟΓ. (Γράφει την αναφοράν ελληνιστί – προς τον ανατολίτην) γέγραφα.

ΑΝΑΤ. Έγραψες;

ΛΟΓ. Ναι.

ΑΝΑΤ. Άι χωριάτ' ογλού χωριάτ!!! ναίσεκ, ντε λες, μόναι ναι; ντιάβαστο τώρα ν' ακούσω.

ΛΟΓ. (Αναγινώσκει την αναφοράν)

» Εκλαμπρότατε, ενδοξώτατε, υπερένδοξε, Κύριε » και τα λοιπά, και τα λοιπά. » Ευθυμούντων ημών σήμερον την της Ελλάδος πα- » λιγγενεσίαν εν τω εδωδιμολεσχοποικιλοβρωματο- » πωλείω,

ΑΝΑΤ. Ιστέκα ιστέκα… τούτο ούλο ένα λόγος είναι!

ΛΟΓ. Μια λέξις προ, προ προ υπερπαρασύνθετος.

ΑΝΑΤ. Έι ύστερα; τούτο είναι ντεκαπέντε πήχες άνταμ άιδε να τγιούμε… λέγε παρακάτου.

ΛΟΓ. Και δη εσθιοπινονταδοντορχουμενοευφραινομένων.

ΑΝΑΤ. Βάι βάι βάι, πώς τ' όβγανες απ' το ιστόμα σου τούτο και ντεν κόπηκε το μισό μέσα! τούτο τζεγγέλια τέλει να τραβούνε δέκα αντρώποι, και γκιουζ μπελά 169 να βγάνουνε… εκατό πήχες είναι τούτο αρτίκ σωστό.

ΛΟΓ. Σίγα – (αναγινώσκει) « άφνω ο Αλβανός μετά του Κρητός εμαχεσάτην.

ΑΝΑΤ. Ποιο χέστηκε; άιντε να τγιούμε, τι τα πης ακόμα.

ΛΟΓ. Και γαρ ο Κρης τους όιας κουράδια καλών, ο δ'

  » Αλβανός το σκορ εννοών τούμπαλιν.

ΑΝΑΤ. πούμπα έκανε κανένας για;

ΛΟΓ. » Και δη τούτο δ' ένεκα μαχεσαμένων.

ΑΝΑΤ. Άνταμ ιστέκα μη γράφης πρε! ντροπής είναι – χιτζ ολμάσσα 170 μαγαρίστηκε πες το

ΛΟΓ. (Σίγα κάθαρμα, αναγινώσκει)

  » αναστάς ο Αλβανός, κάκτανε τον Κρήτα.

ΑΝΑΤ. Αρβανίτη όνομα Αναστάση λέανε;

ΛΟΓ. Παύσε καταφλυαρών – και δη τυπτέον σε εν τω στόματι ανεδέστατε·

αναγινώσκει « τοιγαρούν ο

  » αστυνόμος συλλαβών ημάς τους αθώους, έθετο

  » εν τη φυλακή, μηδέν δεινόν εργασμένους· – και

  » προσπίπτομεν εκλιπαρούντες την ημετέραν πα-

  » νεκλαμπροϋπερενδοξότητα, όπως διατάξηται την

  » εκ της φυλακής ημών έξοδον. Ίνα η σου το ό-

  » νομα δεδοξασμένον, και το μέγα έλεος εν τοις

  » περασιν.»

ΑΝΑΤ. Βαϊ κιοπόγλου 171 βάι…βάι, ητ' ογλού, βάι – έτζι γράφουνε αναφορά; εσύ τροπάρι έγραφες – μέγα έλεος, υπερένδοξε έγραψες, κάτε ένα λόγο μακρύ εκατό πήχες έγραψες, άντρωπο μαγαρίστηκε έγραψες, αρβανίτη ανάσταση λέανε έγραψες; – κρίμαστο – κρίμαστο – εγώ τάρεψα εσύ λογιώτατο άντρωπο είσαι, γράμματα ηξέρεις είπα για να κάμης αναφορά – άμα σαν ισκυλί πισμάνεψα 172 – σκίστο, σκίστο – πάρε άλλο χαρτί να γράψης αναφορά – άμα εγώ να λέω κι' εσύ να γράφης – τ' άκουσες μπόκογλου 173;

ΛΟΓ. Τι δε μέλλω γράφειν; και δη λέξον μοι.

ΑΝΑΤ. (υπαγορεύει τον Λογιώτατον «Ευγενέστατε Κύριε ντοικητή» (Προς τον λογιώτατον) Τι έγραψες;

ΛΟΓ. Ευγενέστατε Κύριε Διοικητή τι έγραψες;

ΑΝΑΤ. Όχι μπρε σασκίν, 174 μη γράφεις «τι έγραψες »; σβύσαι βάι – βαϊ μπουτουλά, βάι.

ΛΟΓ. Έσβυσα – και δη είπας μοι βράψαι όπερ αν με είπης Ουκούν σαυτόν αιτιώ. —

ΑΝΑΤ. Λέγε διώ τώρα, τι λοής έγραψες;

ΛΟΓ. » Ευγενέστατε Κύριε ντοικητή.

ΑΝΑΤ. Ντιοικητή – άφεριμ 175 (υπαγορεύει) « λευτερία ήρτε μάταμε, μισέ Μπαστιά λουκάντα κάτζαμε, εκεί πέρα φάγαμε, έπγιαμε, τραβουντήσαμε, χορέψαμε, άμμα αρβανίτη μέτυσε – τι έγραψες;

ΛΟΓ. « Αρβανίτη μέτυσε.»

ΑΝΑΤ. Μέτυσε άφεριμ – είδες ιστέ τώρα γίνεται αναφορά. « (τιμή στα μουζουνέ σου) Κηρτικό είπε Αρβανίτη κουράδια, αρβανίτη είπε να φας εσύ » – τι έγραψες;

ΛΟΓ. Να φας εσύ – [ΑΝΑΤ] άφεριμ! « Κουράδια μουράδια λέωντας, και καυγαλαστίζοντας, (αρτίκ τώρα να πω κι' εγώ κάμποσα ηλληνικά) πιστόλα αρβανίτη τραβίξωντας, κηρτικό απάνου σφίξωντας, κηρτικό χέρι χτηπήσωντας· αραβνίτη έφυγεν» – τι έγραψες;

ΛΟΓ. « Αρβανίτη έφυγε.»

ΑΝΑΤ. Έφυγε πιρ όλ 176. Ιστέ τούτο είναι αναφορά με τα σάρτια της σουμπουρλούδικη 177 γράψαι (υπαγορεύει « τώρα αστρονόμο έπγιασε εμάς, έβανε χάψι» – τι έγραψες.;

ΛΟΓ. « Εμάς έβανε χάψι.»

ΑΝΑΤ. Χάψι – χάψι ιστέκα τζάνουμ κομμάτι να συλλογιστώ – (συλλογίζεται ολίγον) α! – γράψαι (υπαγόρευε)

« τζάνουμ, Κύριε Ντιοικητή χέργια σου να φιλήσω, ποντάργια σου να φιλήσω, ισκυλί σου να γενώ, στείλε Αστρονόμο ένα ντιαταγή, να βγάνη ημάς όξου. »

ΑΝΑΤ. Τι έγραψες;

ΛΟΓ. Όξου.

ΑΝΑΤ. Είδες τώρα; έτζι γράφουνε αναφορά όχι τροπάρι έγραψες εσύ – έι σώτηκε πγια.

ΛΟΓ. (Τω δίδει την αναφοράν) Και δη υπόγραψον.

ΑΝΑΤ. Εγώ ντε ξέρω να γράψω – εσύ γράψε όνομά μου.

ΛΟΓ. Και δη πώς σε γραπτέον;

ΑΝΑΤ. Χατζή Σάββα Χατζή Μουράτη γυιό, Αραϊντζή 178 Καΐσερλη 179 Ζιντζήρ ντερελί 180 ντούλο σας. – (Προς τον Λογιώτατον) Έγραψες! ντιάβασε ν' ακούσω όνομά μου τι λοής έγραψες, γιατί εσύ είσαι κομμάτι σασκίνη.

ΛΟΓ. Χατζή Σάββας Χατζή Μουράτη Αραϊντζή Καϊσερλή, ζιμτζ τερελλελί.

ΑΝΑΤ. Βάι κιοπόγλου – τερελλελί συ είσαι, ντερελί γράψε· έγραψες;

ΛΟΓ. Ναι.

ΑΝΑΤ. Μπρε έριφ 181 – νέσκαι πες – άι χωϊράτι. Τώρα φώναξε ένα άντρωπο απέ το παρατύρι, ντόσε να πάη.

ΛΟΓ. Τον δεσμοφύλακα;

ΑΝΑΤ. (Με θυμόν) νεστοφύλακα μεστοφύλακα ντε ξέρω – άνταμ – βάι, βάι, βάι!!! εσύ τι άντρωπο είσαι; εσύ καντηναλάφτη είσαι, μπουταλά είσαι, λόκο λαπαντζή 182 είσαι, – κρίμαστο – εγώ τάρεψα Λογιώτατο άκουσα άντρωπο ισκιουζάρη 183 είναι είπα, – αμά εσύ ένα λιανάσπρο ντεν αχρίζης – (με περισσότερον θυμόν) φώναξε έριφ, ένα άντρωπο εφ!! – ιψυχή μου έσφιξες πγια – σαγλ[ί]κ ιλάν 184 να μη βάνανε εσένα χάψι, ήτ' ογλού ήτ' 185 – τι κυττάζεις; τώρα χώνω γρότο μου ιστομά σου μέσα, α! φώναξε ένα άντρωπο λέω μπρε, – να ένα τριάρι (τω δίδει έν νόμισμα) δόστο εκείνο άντρωπο, μπαμπά σου χιζμεκιάρη ντεν είναι να πάη μπετιαβά 186.

122Επήδησε
123Ο μυελός
124Κράζης
125Ειδοπίησαν
126Θαύμα
127Τελευταίον
128Πληροφορήση
129Αναφέρω
130Γελείον
131Πληροφορημένος
132Εμβρίθειαν επίσημον
133Αστεϊσμοί
134Γρόσια
135Υπόληψιν
136Λερώση
137Το πρόσωπον
138Φλωρία Βενέτικα
139Πράξιν εμβριθή
140Σε ραγίσω
141Έπειτα
142Ερευνήσω
143Τρόπος
144Αξιότης
145Αυτό είναι
146[Την μνήμη]ν
147Αμέσως
148Σιγαλά σιγαλά
149Εννοήση
150Αποδράση
151Σκλάβος σας
152Βουλοκέρη.
153Σφραγίδα
154Σφαγισμένη
155Επισήμως
156Νουν
157Επανάστασιν.
158Στιλπνόν
159Μικρόν μου
160Απόφασιν δικαστικήν
161Άραγε
162Μόνον
163Σκληρός
164Αχαλίνωτος
165Λόγον
166Διαφορά
167Υπομονήν
168Μέτωπον
169Μετά βίας
170Τουλάχιστον
171Υιέ σκύλου
172Μετανόησα
173Υιέ κόπρου.
174Ανόηται
175Εύγε
176Εύγε
177Καλλοπισμένη
178Εξερευνητής των σαριδίων
179Καισαρεύς
180Αλυσσοποταμίτης
181Άνθρωπε.
182Μεταφ. παχύνους
183Δρηστήριος
184Είθε
185Σκύλον Υιέ σκύλου
186Χάρισμα
Купите 3 книги одновременно и выберите четвёртую в подарок!

Чтобы воспользоваться акцией, добавьте нужные книги в корзину. Сделать это можно на странице каждой книги, либо в общем списке:

  1. Нажмите на многоточие
    рядом с книгой
  2. Выберите пункт
    «Добавить в корзину»