Бесплатно

Αθηναίων Πολιτεία

Текст
iOSAndroidWindows Phone
Куда отправить ссылку на приложение?
Не закрывайте это окно, пока не введёте код в мобильном устройстве
ПовторитьСсылка отправлена

По требованию правообладателя эта книга недоступна для скачивания в виде файла.

Однако вы можете читать её в наших мобильных приложениях (даже без подключения к сети интернет) и онлайн на сайте ЛитРес.

Отметить прочитанной
Шрифт:Меньше АаБольше Аа

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Κ'.
ΕΤΗΣΙΑΙ ΚΑΤΩΤΕΡΑΙ ΑΡΧΑΙ ΚΛΗΡΩΤΑΙ

Εκλέγονται δε διά κλήρου και επισκευασταί των ιερών δέκα άνδρες, οι οποίοι λαμβάνοντες τριάκοντα μνας παρά των ταμιών πληρωμής επισκευάζουν τα ιερά ιδρύματα, τα έχοντα μεγαλυτέραν ανάγκην επισκευής. Και αστυνόμοι εκλέγονται δέκα· εξ αυτών δε πέντε μεν ασκούσι την εξουσίαν των εις τον Πειραιά, πέντε δε εις την πόλιν, και τας αυλητρίδας και τας αοιδούς και τας κιθαριστρίας αυτοί επιβλέπουν, ίνα μη πληρώνωνται περισσότερον από δύο δραχμάς και, αν πολλοί θέλουν την ιδίαν να λάβουν, ούτοι θέτουν κλήρον και μισθώνεται αυτή εις όποιον λάχη ο κλήρος. Και επιβλέπουν όπως κανείς από τους οδοκαθαριστάς (κοπρολόγους) αποθέτη τας συλλεγομένας ακαθαρσίας εντός αποστάσεως δέκα σταδίων από του τείχους (223). Και εμποδίζουν να εγείρωνται οικοδομαί επί των οδών και ξύλινοι εξώσται να επεκτείνωνται υπεράνω των οδών (224) και να κατασκευάζωνται οχετοί μετέωροι έχοντες εκροήν εις την οδόν και να γίνωνται θύραι ανοιγόμεναι προς την οδόν (225). Και τους αποθνήσκοντας εις τους δρόμους σηκώνουν, έχοντες (προς τούτο) δημοσίους υπηρέτας.

Διά κλήρου δε εκλέγονται και αγορανόμοι (226) , πέντε μεν εις τον Πειραιά, πέντε δε εις την πόλιν. Εις αυτούς δε υπό των νόμων επιβάλλεται να επιβλέπουν τα πωλούμενα τρόφιμα όλα, διά να πωλούνται καθαρά και γνήσια.

Διά κλήρου δε εκλέγονται και μετρονόμοι, πέντε μεν εις την πόλιν, πέντε δε εις τον Πειραιά· και ούτοι έχουν την επίβλεψιν όλων των μέτρων και των σταθμών διά να τα μεταχειρίζωνται δικαίως οι πωληταί.

Υπήρχαν δε και σιτοφύλακες διά κλήρου εκλεγόμενοι, πέντε μεν εις τον Πειραιά, πέντε δε εις την πόλιν, τώρα δε είκοσι μεν εις την πόλιν, δεκαπέντε δε εις τον Πειραιά. Ούτοι δε φροντίζουν πρώτον μεν όπως ο εις την αγοράν αποκείμενος σίτος πωλείται δικαίως, έπειτα δε όπως οι μυλωθροί πωλούν τα άλευρα σύμφωνα με τας τιμάς των κριθών, και οι αρτοπώλαι σύμφωνα με τας τιμάς των αλεύρων πωλούν τους άρτους, και ορίζοντες τα ζύγια του άρτου όπως ούτοι (οι σιτοφύλακες) τάξουν· διότι ο νόμος προστάζει ούτοι να κάμνουν την διατίμησιν.

Διά κλήρου δε λαμβάνουν δέκα επιμελητάς εμπορίου· εις αυτούς δε επιβάλλεται και να επιβλέπουν τας εμπορικάς αγοράς (227) και ν' αναγκάζουν τους εμπόρους να φέρουν εις την πόλιν τα δύο τρίτα του σίτου ο οποίος φθάνει διά θαλάσσης εις το σιτεμπόριον.

Διορίζουν δε διά κλήρου και τους ένδεκα, οι οποίοι έχουν την επιστασίαν των φυλακισμένων και οι οποίοι δικαιούνται τους κλέπτας και τους άρπαγας ανθρώπων (προς πώλησιν) (228) και τους λωποδύτας, αν μεν ομολογούν την ενοχήν, να καταδικάζουν εις θάνατον, εάν δε την αρνούνται, να τους εισάγουν εις το δικαστήριον και αν μεν αθωωθούν, να τους αφήνουν ελευθέρους, ειδεμή, να θανατώνουν αυτούς (229). Και τα προς αναγκαστικήν πώλησιν απογραφόμενα κτήματα και οικίας αυτοί (είναι εντεταλμένοι) να τα δηλώσουν εις το δικαστήριον και, όσα ήθελον καταλογισθή ως δημευμένα, να παραδίδουν εις τους πωλητάς και να είναι εισηγηταί των μηνύσεων επί παραβάσει πολιτικών νόμων (230). Τινών δ' εξ αυτών εισηγηταί είναι και οι θεσμοθέται.

Εκλέγονται δε διά κλήρου και εισαγωγείς (εισαγγελείς) πέντε άνδρες, οι οποίοι προ του δικαστηρίου εισάγουν τας δίκας όσαι δέον να εκδικασθούν εντός του μηνός (231) , ένα ανά δύο φυλάς. Είναι δε εντός του μηνός δικαστέαι όσαι δίκαι αφορώσιν εις προίκα, εάν τις δηλαδή οφείλων τοιαύτην δεν καταβάλλη και αν τις δανεισθείς με συμφωνημένον τόκον δραχμής (232) (ένα τοις εκατόν κατά μήνα) καθυστερή και αν τις δι' εμπορικήν αιτίαν δανεισθείς παρά τινος χρεωστή (233). Επίσης δε και αι δίκαι δι' αικίας και διά καθυστερήσεις οφειλής παρασχεθείσης φιλικώς και δι' υποθέσεις απορρεούσας εκ κοινωνικών χρεών και δι' αφορώσας εις αγοραπωλησίας δούλων και υποζυγίων (234) και εις τριηραρχίας και δι' υποθέσεις τραπεζιτικάς. Ούτοι μεν λοιπόν δικάζουσιν αυτάς εισάγοντες προ του δικαστηρίου εντός μηνός, οι δε ταμίαι επί των εισπράξεων επίσης τας υποθέσεις τας αφορώσας εις εισπράκτορας φόρων (235) και εναντίον εισπρακτόρων φόρων διά μεν τας μέχρι δέκα δραχμών αποφασίζοντες αυτοί οριστικώς, τας δε άλλας εισάγοντες εις το δικαστήριον προς εκδίκασιν εντός μηνός.

Εκλέγουν δε διά κλήρου και τους τεσσαράκοντα, τέσσαρας από κάθε φυλήν, εις τους οποίους αι άλλαι δίκαι ανατίθενται· οι οποίοι πρότερον μεν ήσαν τριάκοντα και περιερχόμενοι κατά δήμους εδίκαζον, μετά δε την ολιγαρχίαν των τριάκοντα έγιναν τεσσαράκοντα (236). Και τας μεν υποθέσεις μέχρι δέκα δραχμών είχον δικαιοδοσίαν μόνοι των να δικάζουν, τας δε άνω του ποσού τούτου παραδίδουν εις τους διαιτητάς. Αυτοί δε παραλαβόντες την υπόθεσιν, εάν μεν δύνανται να διαλύσουν τας διαφοράς, αποφαίνονται· και αν μεν αρέσουν και εις τους δύο (διαδίκους) τα αποφασισθέντα και τ' αποδέχωνται, τελειώνει η δίκη. Εάν δε ένας των αντιδίκων κάμη έφεσιν εις το δικαστήριον, θέσαντες τας μαρτυρικάς καταθέσεις και τας αγωγάς (237) και τους σχετικούς νόμους μέσα εις δικαστικά κιβωτίδια (238) , χωριστά μεν τας του ενάγοντος, χωριστά δε τας του εναγομένου, και σφραγίσαντες οι ίδιοι τα κιβωτίδια και προσαρτήσαντες την γνωμοδότησιν του διαιτητού γραμμένην εις πίνακα (239) , παραδίδουν αυτά εις τους τέσσαρας, τους δικάζοντας την φυλήν του εναγομένου (240). Ούτοι δε παραλαβόντες εισάγουν εις το δικαστήριον, τας μεν υποθέσεις μέχρι χιλίων δραχμών (241) ενώπιον διακοσίων ενός δικαστών, τας δε άνω των χιλίων ενώπιον τετρακοσίων ενός. Δεν επιτρέπεται δε ούτε νόμους ούτε αγωγάς (προκλήσεις) ούτε μαρτυρίας να προβάλλουν άλλας παρά τας του διαιτητού, εκείνας αι οποίαι είναι αποτεθειμέναι εις τα κιβωτίδια.

 

Διαιτηταί δε γίνονται όσοι είναι εξήκοντα ετών. Τούτο δε εξακριβούται εκ του υπολογισμού των επωνύμων αρχόντων (242). Διότι είναι επώνυμοι δέκα μεν οι των φυλών, τεσσαράκοντα δύο δε οι των ηλικιών· οι δε έφηβοι εγγραφόμενοι (εις τον κατάλογον των πολιτών) πρότερον μεν ενεγράφοντο εις ασπρισμένους πίνακας και μαζί με τ' όνομά των εγράφοντο και ο άρχων (επώνυμος), επί της αρχοντίας του οποίου ενεγράφησαν, και ο επώνυμος ο υπάρξας το προηγούμενον έτος, τώρα δε εις στήλην χαλκήν αναγράφονται και είναι στημένη η στήλη προ του βουλευτηρίου πλησίον των επωνύμων. Λαβόντες δε τον τελευταίον (243) των επωνύμων οι τεσσαράκοντα μοιράζουν μεταξύ των τας διά διαιτησίας δίκας και διά λαχνού ορίζουσι ποίας καθείς θα δικάση· και είναι υπόχρεως καθείς όσας διά κλήρου λάβη διαιτησίας να εκκαθαρίζη. Διότι ο νόμος ορίζει ότι, εάν τις δεν γίνη διαιτητής όταν η ηλικία του έλθη, στερείται των πολιτικών του δικαιωμάτων, εκτός εάν τύχη να έχη άλλο τι αξίωμα το έτος εκείνο η αποδημή· ούτοι δε μόνον απαλλάσσονται της υποχρεώσεως. Επιτρέπεται δε να γίνεται και καταγγελία ενώπιον των διαιτητών, εάν κανείς ήθελεν αδικηθή υπό διαιτητού και, αν ούτος ήθελε καταδικασθή, ορίζουν οι νόμοι ν' αποστερήται των πολιτικών του δικαιωμάτων χωρεί δε και επί τούτων έφεσις. Κάμνουν δε χρήσιν των επωνύμων και διά τας εκστρατείας και, όταν κάμνουν επιστράτευσιν, ορίζουν από τίνος άρχοντος επωνύμου μέχρι τίνων καλούνται (οι πολίται) εις στράτευσιν.

Διά κλήρου δε εκλέγουν και τας εξής αρχάς· πέντε οδοποιούς, εις τους οποίους επιβάλλεται να επισκευάζουν τας οδούς έχοντες (προς τούτο) δημοσίους εργάτας και δέκα λογιστάς και αναπληρωτάς (244) τούτων δέκα, προς τους οποίους όλους υποχρεούνται οι διαχειρισθέντες τα αξιώματα να λογοδοτήσουν διότι αυτοί είναι οι μόνοι κάμνοντες λογαριασμούς με τους υπολόγους και εισάγοντες τας εκ της εξελέγξεως διαφοράς εις το δικαστήριον. Και αν μεν εξελέγξουν κανένα κλέπτοντα, οι δικασταί τον καταδικάζουν διά κλοπήν και το καταλογισθέν ποσόν πληρώνεται υπ' αυτού εις το δεκαπλάσιον· εάν δε ανακαλύψουν και καταδείξουν τινά λαβόντα δώρα, καταδικάζουν αυτόν οι δικασταί ως δωροδόκον (245) · πληρώνεται δε και η αξία των δώρων εις το δεκαπλάσιον· αν δε καταλογίσουν είς τινα αδικίαν, καταδικάζουν αυτόν δι' αδίκημα (246) , πληρώνεται δε τούτο απλούν, εάν ο υπόχρεως πληρώση προ της ενάτης πρυτανείας. Το δε δεκαπλούν δεν διπλασιάζεται (διά καθυστέρησιν πληρωμής).

Εκλέγουν δε διά κλήρου και γραμματέα της πρυτανείας, ο οποίος έχει την εποπτείαν των εγγράφων και φυλάττει τα γενόμενα ψηφίσματα και όλα τ' άλλα φροντίζει ν' αντιγράφωνται και παρακάθηται εις την βουλήν. Πρότερον μεν λοιπόν αυτός εξελέγετο διά χειροτονίας και τους πλέον ενδόξους και πλέον αξιοπίστους εψήφιζον· διότι και εις τας στήλας, πλησίον εις τας συμμαχίας και εις τους διορισμούς προξένων και εις τας απονομάς δικαιωμάτων πολίτου (εις ξένους) αυτός αναγράφεται· τώρα δε διορίζεται διά κλήρου. Διά κλήρου δε εκλέγεται και άλλος διά τους νόμους, ο οποίος παρακάθηται εις την βουλήν και φροντίζει και αυτός ν' αντιγράφωνται όλοι οι νόμοι. Εκλέγει δε διά χειροτονίας και ο δήμος γραμματέα, ούτος δε ουδεμίαν άλλην έχει δικαιοδοσίαν ειμή ν' αναγινώσκη.

Διά κλήρου δ' εκλέγονται και ιεροποιοί δέκα, οι επί των θυσιών ονομαζόμενοι, οι οποίοι και τα προς μαντείαν σφάγια θύουσι και, αν είναι ανάγκη να τελετουργήσωσι διά μαντείαν τινά, τελετουργούσι μετά των μάντεων (247) .

Διά κλήρου δε εκλέγουν και άλλους δέκα, τους λεγομένους ενιαυσίους, οι οποίοι και μερικάς θυσίας τελούσι και όλας τας εορτάς των πεντετηρίδων διοικούν πλην των Παναθηναίων. Είναι δε πεντετηρίδες μία μεν η (αποστολή) εις Δήλον, υπάρχει δε και επταετηρίς δι' εκεί, δευτέρα δε τα Βραυρώνια, τρίτη δε τα Ηράκλεια, τετάρτη δε τα Ελευσίνια, πέμπτη δε τα Παναθήναια· εκ των εορτών δε τούτων ουδεμία συμπίπτει με άλλην εις το αυτό έτος. Τώρα δε προσετέθησαν και τα Ηφαίστεια συσταθέντα επί της αρχοντίας του Κηφισοφώντος.

Εκλέγουν δε διά κλήρου και άρχοντα εις Σαλαμίνα και δήμαρχον εις Πειραιά, οι οποίοι και την εορτήν των Διονυσίων διοργανώνουν εις τα δύο μέρη και διορίζουν χορηγούς (248). Εις την Σαλαμίνα δε και το όνομα του άρχοντος αναγράφεται (εις τα δημόσια έγγραφα).

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΚΑ'.
ΟΙ ΕΝΝΕΑ ΑΡΧΟΝΤΕΣ

Αυταί μεν λοιπόν αι αρχαί εκλέγονται διά κλήρου και έχουν την διαχείρισιν των ειρημένων εξουσιών.

Οι δε ονομαζόμενοι εννέα άρχοντες κατά ποίον μεν τρόπον αρχικώς ανηγορεύοντο τοιούτοι έχει προλεχθή· τώρα δε διά κλήρου ορίζουν θεσμοθέτας μεν έξ και γραμματέα εις αυτούς, προς δε τούτοις ένα άρχοντα (επώνυμον) και ένα βασιλέα και ένα πολέμαρχον ιδιαιτέρως από καθεμίαν φυλήν. Υφίστανται δε ούτοι την εξέτασιν πρώτον μεν εις την βουλήν υπό των πεντακοσίων, πλην του γραμματέως· αυτός δε μόνον υπό του δικαστηρίου, καθώς όλοι οι άλλοι άρχοντες και οι διά κλήρου και οι διά ψήφου οριζόμενοι αναλαμβάνουσι το αξίωμά των κατόπιν δοκιμασίας· οι δε εννέα άρχοντες και ενώπιον της βουλής και κατόπιν ενώπιον του δικαστηρίου (υφίστανται την δοκιμασίαν). Και πρότερον μεν δεν εγίνετο άρχων εκείνος τον οποίον ήθελεν αποδοκιμάση η βουλή, τώρα δε χωρεί έφεσις ενώπιον του δικαστηρίου και τούτο τελεσιδίκως αποφαίνεται περί της δοκιμασίας (249). Υποβάλλουν δε εις τον εξεταζόμενον τας (εξής) ερωτήσεις, πρώτον μεν: «ποίος είναι ο πατήρ σου και από ποίον δήμον και ποίος είναι ο πατήρ του πατρός σου και ποία είναι η μήτηρ σου και ποίος ο πατήρ της μητρός σου και από ποίον δήμον;» Κατόπιν δε (τον ερωτούν) εάν πατρώον θεόν έχη τον Απόλλωνα και θεόν της εστίας (250) τον Δία, και πού υπάρχουσιν εις αυτόν οι βωμοί ούτοι· έπειτα (ερωτούν) εάν έχη οικογενειακούς τάφους (251) και πού αυτοί ευρίσκονται· έπειτα εάν τους γονείς τιμά και τας προς την πατρίδα υποχρεώσεις εκτελή (252) και εις τας εκστρατείας εάν μετέσχεν. Όταν δε υποβάλουν (253) εις αυτόν τας ερωτήσεις αυτάς του λέγουν, «προσκάλεσε μάρτυρας τούτων». Όταν δε παράσχη τους μάρτυρας, απευθύνεται προς όλους η ερώτησις: «θέλει κανείς να απευθύνη κατηγορίαν εναντίον τούτου;» Και αν μεν υπάρχη κατήγορος κανείς, δίδοντες τον λόγον εις τον κατήγορον και εις τον κατηγορούμενον προς απολογίαν (254) , αφήνουσιν έπειτα τοιουτοτρόπως να εκδώση η ολομέλεια την απόφασιν, εάν μεν είναι η της βουλής δι' υψώσεως των χειρών, εάν δε το δικαστήριον διά ψηφοφορίας· εάν δε κανείς δεν θέλη να απευθύνη κατηγορίαν, ευθύς ενεργείται ψηφοφορία. Και πρότερον μεν ένας εψήφιζε, τώρα δε είναι ανάγκη όλοι να ψηφίζουν περί αυτών, ίνα εάν κανείς κακοήθης ων ήθελε διαφύγη από την κατηγορίαν ιδιωτών, να έχουν εξουσίαν οι δικασταί ν' αποκλείσουν αυτόν από το αξίωμα. Αφού δε υποστώσι τοιουτοτρόπως τον έλεγχον βαίνουν προς την πέτραν όπου είναι τα σφάγια (255) , επί της οποίας και οι διαιτηταί δίδοντες όρκον εκδίδουν τας διαιτητικάς αποφάσεις των και οι μάρτυρες δίδουν τας ενόρκους αυτών καταθέσεις· αναβάντες δε επάνω εις αυτήν (την πέτραν) ορκίζονται ότι με δικαιοσύνην θα διαχειρισθούν το αξίωμά των, και σύμφωνα με τους νόμους δεν θα δεχθούν δώρα διά το αξίωμά των και, αν λάβουν δώρον τι, να αφιερώσουν εξ ιδίων χρυσούν ανδριάντα. Απ' εκεί δε, ορκισθέντες, πηγαίνουν εις την Ακρόπολιν και πάλιν εκεί ορκίζονται τα ίδια και μετά ταύτα αναλαμβάνουν το αξίωμα.

 

Λαμβάνουν δε και παρέδρους και ο άρχων επώνυμος και ο βασιλεύς και ο πολέμαρχος, δύο καθένας των, όποιους καθένας των θέλει, και ούτοι υφίστανται έλεγχον υπό του δικαστηρίου πριν ή ασκήσουν την παρεδρείαν και δίδουν λογοδοσίαν αφού παρεδρεύσουν.

Και ο μεν άρχων επώνυμος, ευθύς άμα αναλάβη το αξίωμα, πρώτον μεν διά κήρυκος διαγγέλλει ότι όσα καθείς είχε, πριν αυτός ν' αναλάβη το αξίωμα, ταύτα να έχη και να διατηρή μέχρι τέλους του αξιώματός του· έπειτα εγκαθιστά τρεις χορηγούς των τραγωδιών, τους πλέον πλουσίους εξ όλων των Αθηναίων. Πρότερον δε διώριζε και πέντε χορηγούς διά τας κωμωδίας, τώρα δε ορίζουν αυτούς αι φυλαί. Έπειτα παραλαβών τους χορηγούς, τους οποίους φέρουν εις αυτόν αι φυλαί, τους προς εκγύμνασιν χορών εξ ανδρών, παίδων και κωμωδών διά τα Διονύσια (256) και τους εξ ανδρών και παίδων διά τα Θαργήλια (257) (είναι δε οι μεν διά τα Διονύσια κατά φυλάς, οι δε διά τα Θαργήλια ένας ανά δύο φυλάς και παρέχει τούτον διαδοχικώς η μία εκ των δύο φυλών) διενεργεί ως προς αυτούς τας αντιδόσεις (258) και εξετάζει τας αιτήσεις απαλλαγής (259) , εάν τις ή προβάλλη ότι έχει εκτελέση πρότερον την λειτουργίαν αυτήν, ή ότι είναι απαλλαγμένος, διότι έχει εκτελέση άλλην λειτουργίαν και δεν παρήλθε το χρονικόν διάστημα, εντός του οποίου έχει απαλλαγήν, ή ότι δεν έχει συμπληρώση την νόμιμον προς τούτο ηλικίαν· διότι πρέπει ο παρέχων χορηγίαν διά χορόν παίδων να είναι άνω των τεσσαράκοντα ετών.

Διορίζει δε και εις Δήλον χορηγούς και αρχηγόν της θεωρίας (πομπής) διά το με τριάκοντα κώπας πλοίον, το οποίον φέρει τους νέους εις την Δήλον. Έχει δε την επιμέλειαν των πομπών, ήτοι της γινομένης προς τιμήν του Ασκληπιού, κατά την οποίαν οι μυούμενοι μένουν εις τας οικίας των, και της πομπής των μεγάλων Διονυσίων μαζί με τους επιμελητάς, τους οποίους πρότερον μεν διά χειροτονίας ώριζεν ο δήμος δέκα τον αριθμόν και τας δαπάνας διά την πομπήν εδαπάνων εξ ιδίων, τώρα δε διά κλήρου ορίζονται ένας από καθεμίαν φυλήν και δίδουσι διά την προετοιμασίαν της εορτής εκατόν μνας. Έχει δε την επιμέλειαν και της εορτής των Θαργηλίων και της του Διός Σωτήρος. Προΐσταται δε αυτός και του αγώνος των Διονυσίων και των Θαργηλίων.

Αυτών μεν λοιπόν των εορτών έχει την επιμέλειαν.

Καταγγελίαι δε και δίκαι, τας οποίας αφού κάμη προανάκρισιν εισάγει εις το δικαστήριον, είναι αι περί κακώσεως γονέων – αυταί δε (και απορριπτόμεναι) είναι αζήμιαι εις τον μηνυτήν – αι περί κακώσεως ορφανών, κινούμεναι κατά των επιτρόπων και των συνοικούντων, αι περί κακής διαχειρίσεως ορφανικής περιουσίας (260) , κινούμεναι και αυταί κατά των επιτρόπων, αι περί φρενοβλαβίας, εάν κανείς ενάγη τινά ότι πάσχων τας φρένας χάνει την περιουσίαν του (261) , αι περί διορισμού διανεμητών, εάν τις δεν θέλη να νέμεται την μετ' άλλων περιουσίαν του από κοινού (262) , αι περί διορισμού επιτρόπου (263) , αι περί αμφισβητήσεως επιτροπείας (264) , αι περί εποπτείας εμφανών (265) , διά να διορίση αυτός επίτροπον, αι περί επιδικάσεως περιουσίας κληρονομικής ή περιουσίας κόρης κληρονόμου (επικλήρου).

Έχει δε την εποπτείαν και των ορφανών και των ανυπάνδρων γυναικών κληρονόμων περιουσίας, και των γυναικών όσαι, αποθανόντος του συζύγου, δηλούσιν εγκυμοσύνην· και έχει εξουσίαν να επιβάλλη πρόστιμον εις τους αδικούντας ή να ενάγη αυτούς εις το δικαστήριον. Ενεργεί δε και τας μισθώσεις των οικιών των (ανηλίκων) ορφανών και των ανυπάνδρων γυναικών κληρονόμων, μέχρις ου συμπληρώσουν αύται την ηλικίαν δεκατεσσάρων ετών, και τα μισθώματα λαμβάνει, και από τους επιτρόπους, εάν δεν παρέχουν εις τους επιτροπευομένους παίδας τα προς συντήρησιν, εισπράττει ταύτα αναγκαστικώς (266) .

Και ο μεν άρχων Επώνυμος έχει την επιμέλειαν τούτων.

Ο δε άρχων βασιλεύς πρώτον μεν έχει την επιστασίαν των μυστηρίων συμπράττων με τους επιμελητάς, τους οποίους διά χειροτονίας ορίζει ο δήμος, δύο μεν εξ όλων των Αθηναίων, ένα δε εκ της οικογενείας των Ευμολπιδών, ένα δε εκ της οικογενείας των Κηρύκων. Έπειτα έχει την εποπτείαν των Διονυσίων, των επί Ληναίω (267). Είναι δε αυτά πομπή και αγωνίσματα. Την μεν λοιπόν πομπήν από κοινού διοργανώνουν και ο βασιλεύς και οι επιμεληταί, τα δε αγωνίσματα κανονίζει μόνος ο βασιλεύς. Κανονίζει δε και όλους τους αγώνας λαμπαδοδρομίας· εν συνόλω δε αυτός διευθύνει και όλας τας πατρίους θυσίας. Εις την δικαιοδοσίαν του δε ανάγονται αι μηνύσεις δι' ασέβειαν (268) και αν αμφισβητή κανείς το δικαίωμα ιερωσύνης προς τινα. Αυτός δε ως δικαστής αποφαίνεται και δι' όλας τας αμφισβητήσεις των γενών και των ιερέων διά τους ιερούς τόπους (269). Εις την δικαιοδοσίαν δε αυτού ανάγονται και όλαι αι δίκαι διά φόνον· και αυτός είναι ο έχων εξουσίαν ν' απαγγέλλη εναντίον τινός απαγόρευσιν συμμετοχής εις τελετή (270) .

Εισάγονται δε δίκαι διά φόνον και διά τραύμα, αν μεν εκ προμελέτης (271) φονεύση τις ή τραυματίση, ενώπιον του Αρείου Πάγου, καθώς και εάν φονεύση τις δίδων δηλητήριον ή διά πυρκαϊάς (272) · διότι αυτά μόνα δικάζει η βουλή. Τας δε ακουσίως διαπραττομένας ανθρωποκτονίας και τας προμελέτας (άνευ εκτελέσεως) και τας ανθρωποκτονίας δούλου ή μετοίκου ή ξένου δικάζουν οι του Παλλαδίου (273) (δικασταί). Εάν δε ομολογή μεν ένας ότι εφόνευσεν, ισχυρίζεται όμως ότι νομίμως, οίον συλλαβών (επ' αυτοφώρω) μοιχόν ή εξ αγνοίας εις τον πόλεμον ή εις αγώνα αθλητικόν, η δίκη τούτου γίνεται εις το Δελφίνιον (274). Εάν δε τις εξόριστος διά πράξιν αξιόποινον, εφ' ής παρέχεται συγγνώμη (275) , κατηγορηθή ότι εφόνευσεν ή ετραυμάτισέ τινα, δικάζουσιν αυτόν εν Φρεάτου (276) , αυτός δε απολογείται πλησιάζων εις την παραλίαν εντός πλοίου. Δικάζουν δε τα εγκλήματα οι διά κλήρου οριζόμενοι, πλην των δικαζομένων εις τον Άρειον Πάγον. Εισάγει δε την κατηγορίαν ο βασιλεύς, και οι δικασταί δικάζουν πλησίον ιερού χώρου και εις το ύπαιθρον, και ο βασιλεύς, όταν δικάζη, αφαιρεί από την κεφαλήν του τον στέφανον. Ο δε κατηγορούμενος (277) , εις όλον τον καιρόν που είναι υπόδικος, εμποδίζεται του να μετέχη των ιεροτελεστειών και ουδ' εις την αγοράν νόμιμον είναι να εισέλθη· την ωρισμένην δε ημέραν (278) ο εισελθών εις τον ιερόν περίβολον, απολογείται. Όταν δε ο καταγγέλλων δεν γνωρίζη ποίος προσωπικώς είναι ο ένοχος, κάμνει μήνυσιν αόριστον εναντίον του δράστου (279) , δικάζουν δε ο βασιλεύς και οι φυλοβασιλείς και τους φόνους, τους προελθόντας εκ των αψύχων και εκ των άλλων ζώων (280) .

Ο δε πολέμαρχος προΐσταται μεν των θυσιών προς την Άρτεμιν την αγροτέραν (281) και προς τον Ενυάλιον (282) , διοργανώνει δε τους επιταφίους αγώνας προς τιμήν των αποθανόντων εις τον πόλεμον (283) και κάμνει τας επιμνημοσύνους τελετάς διά τον Αρμόδιον και τον Αριστογείτονα. Εις την δικαιοδοσίαν του δε (ανάγονται μόνον αι δίκαι αι γινόμεναι εις μετοίκους και εις ισοτελείς και εις προξένους· και υποχρεούται ούτος λαβών τας δίκας αυτάς και διανείμας εις δέκα μέρη να αναθέση εις καθεμίαν εκ των φυλών διά κλήρου την εκδίκασιν του μέρους το οποίον της έλαχε, οι δε δικασταί της φυλής υποχρεούνται να παραπέμψωσιν εις τους διαιτητάς. Αυτός δε (ο πολέμαρχος) προσωπικώς διεξάγει τας δίκας εναντίον απελευθέρων επί αχαριστία (284) και εναντίον μετοίκων στερουμένων προστασίας πολίτου (285) και τας κληρονομικάς και τας περί κληρονομικής περιουσίας γυναικών ανυπάνδρων δίκας των μετοίκων και όλας τας άλλας δίκας, όσας διά τους πολίτας δικάζει ο άρχων (επώνυμος), αυτάς διά τους μετοίκους δικάζει ο πολέμαρχος.

Οι δε θεσμοθέται πρώτον μεν έχουν εξουσίαν να καταρτίζουν το πρόγραμμα των δικαστηρίων, ποίας ημέρας πρέπει να δικάζουν, έπειτα δε να επιδώσουν τούτο εις τας αρχάς· διότι κατά το πρόγραμμα, το οποίον ήθελον επιδόση αυτοί, γίνεται η διακανόνισις. Προσέτι δε εισάγουν προς εκδίκασιν ενώπιον του δήμου τας μηνύσεις δι' εγκλήματα εναντίον της επικρατείας (286) και τας εγκλήσεις εναντίον αρχόντων (287) και τας εναντίον συκοφαντών (288) όλας εν γένει και τας διά παράνομον πρότασιν νόμου και εάν τις υπέβαλε προς ψήφισιν νόμον όχι κατάλληλον (289) και τας εναντίον προεδρείου εν συνόλω και εναντίον προέδρου 290) και εναντίον στρατηγών καταγγελίας προς λογοδοσίαν. Από δε τας εγγράφους μηνύσεις προς τον δήμον δι' ωρισμένως προβλεπόμενον έγκλημα υπάγονται εις αυτούς (291) (τους θεσμοθέτας) αι καταγγελίαι δι' αντιποίησιν δικαιωμάτων πολιτικών υπό ξένου (292) και η διά δώρων επιτυχία του τοιούτου υπό ξένου (293) , εάν τις δώσας δώρα αποφύγη τας υποχρεώσεις ξενίας, και αι (καταγγελίαι) διά συκοφαντίας και δωροδοκίας και διά πλαστήν εγγραφήν (294) και διά πλαστήν κλήτευσιν (295) και διά παράνομον αντιποίησιν του βουλευτικού δικαιώματος (296) και διά σβύσιμον από τους φορολογικούς καταλόγους (297) και διά μοιχείαν. Αυτοί δε είναι εισηγηταί της εξετάσεως (η οποία γίνεται προ της εγκαταστάσεως) όλων των αρχόντων και των εφέσεων εκείνων που απερρίφθη η εγγραφή των ως πολιτών (298) και των εφέσεων εναντίον των αποφάσεων της βουλής (299). Είναι δε εισηγηταί και ιδιωτικών τινων δικών, αναγομένων εις το εμπόριον, και εις τα μεταλλεία και εις δούλους, εάν τις (δούλος) υβρίση άνθρωπον ελεύθερον. Και διά κλήρου αναθέτουσιν ούτοι εις τους διαφόρους άρχοντας τα δικαστήρια τα δι' ιδιωτικάς και τα διά δημοσίας υποθέσεις. Και τας συμβάσεις προς άλλας πόλεις αυτοί επικυρώνουν και τας δίκας όσαι προκύπτουν εκ των συμβάσεων τούτων αυτοί εισάγουν ενώπιον του δήμου καθώς και τας μηνύσεις διά τας ενώπιον του Αρείου Πάγου ψευδομαρτυρίας (300) .

Τους δε δικαστάς διά κλήρου ονομάζουν όλοι οι εννέα άρχοντες, δέκατος δε ο γραμματεύς των θεσμοθετών, καθένας εξάγων τους κλήρους διά τους δικαστάς της ιδικής του φυλής.

Τα μεν λοιπόν αναγόμενα εις τους εννέα άρχοντας τοιουτοτρόπως είναι ωρισμένα.

223Ήτοι υπήρχεν αστυνομική διάταξις να ρίπτωνται αι ακαθαρσίαι εις απόστασιν μεγαλυτέραν των 10 σταδίων από του τείχους και ταύτην εφήρμοζον οι αστυνόμοι.
224Αι οδοί της πόλεως ήσαν στεναί και απηγορεύετο η κατασκευή προεξεχόντων εξωστών εις τας οικίας.
225Ήτοι έπρεπε ν' ανοίγουν αι θύραι προς τα έσω της οικίας, ώστε να μη εμποδίζεται ο δρόμος.
226Επιστάται της αγοράς.
227«Των εμπορίων επιμελείσθαι».
228«Ανδραποδιστάς». Ούτως ελέγοντο οι κλέπται ανθρώπων, οι οποίοι επώλουν τους αρπαζομένους αλλού ως δούλους. Το έγκλημα τούτο ήτο συνηθέστατον.
229Οι επ' αυτοφώρω συλλαμβανόμενοι ήσαν συνήθως οι ομολογούντες την ενοχήν των. Λεπτομέρειαι της ποινικής διαδικασίας επί του προκειμένου δεν είναι γνωσταί.
230«Και τας ενδείξεις εισάξοντας». Η ένδειξις ήτο ειδική μήνυσις διά πράξιν του μηνυομένου απαγορευομένην εις αυτόν προσωπικώς ή δι' είσοδον αυτού εις τόπον απηγορευμένον. Π. χ. η άσκησις πολιτικών δικαιωμάτων υπό ενός ατίμου ήτο έγκλημα υποκείμενον εις ένδειξιν.
231«Τας εμμήνους εισάγουσι δίκας»..
232«Επί δραχμή δανεισάμενος αποστερεί».
233«Αν αγορά βουλόμενος εργάζεσθαι δανείσηται παρά τινος αφορμήν». Η φράσις δικανική.
234«Έτι δ' αικίαις και ερανικάς και κοινωνικάς και ανδραπόδων και υποζυγίων.».. Οι όροι δικανικοί. Αι περί ανδραπόδων και υποζυγίων υποθέσεις ήσαν πιθανώς αι διά κεκρυμμένον ελάττωμα.
235«Οι αποδέκται τοις τελώναις και κατά των τελωνών»..
236Οι περιοδεύοντες αυτοί δικασταί είχον γίνη υπό του Πεισιστράτου (όρα προηγ.), κατηργήθησαν υπό του Κλεισθένους και επανήλθον το 453. – Ηύξησαν δε οι Αθηναίοι τον αριθμόν διά να αποφεύγουν την ανάμνησιν των τυράννων.
237«Τας προκλήσεις.».. δικον. όρος περιλαμβάνων και την αγωγήν και τας προτάσεις.
238«Εις εχίνους». Εχίνοι ελέγοντο χαλκά σκεύη ή πήλινα αγγεία της δικαστικής τραπέζης, εις τα οποία απετίθεντο αι δικογραφίαι. Την δικον. αυτήν διατύπωσιν αναφέρει και ο Δημοσθένης.
239«Εν γραμματείω».. δικον. όρος.
240Ο κανονισμός της αρμοδιότητος του δικαστηρίου από του εναγομένου, δικονομική αρχή νεωτέρα, είχε καθιερωθή αρχαιότατα εις το Αττ. δίκαιον.
241«Εντός χιλίων»..
242«Εκ των αρχόντων [και των] επωνύμων». το «και των» παρέμβλητον.
243Ήτοι τον αρχαιότερον και μετ' αυτού την αντιστοιχούσαν ηλικίαν.
244«Συνηγόρους».
245«Δώρων τιμώσι».. δικον. φράσις.
246«Αδικίαν τιμώσι».. δικον. φράσις.
247«Καλλιερούσι μετά των μάντεων».
248Πλουσίους πολίτας, αναλαμβάνοντας την διδασκαλίαν δραματικών έργων με δαπάνην ιδικήν των.
249«Και τούτο κύριόν εστι της δοκιμασίας».
250«Και Ζευς ερκείος», οικιακός, σπιτικός, διότι ως προστάτης των οίκων είχε συνήθως ο Ζευς τον βωμόν του εις τον πρόδρομον.
251«Είτα ηρία ει έστιν».
252«Τα τέλη τελεί».
253«Ταύτα δ' ανερωτήσας».. εις το κείμενον γίνεται αλλαγή του υποκειμένου από της φράσεως αυτής και εις τας επομένας, διότι διεξάγων την όλην δοκιμασίαν αντί της βουλής ορίζεται ο προεδρεύων.
254«Δους κατηγορίαν και απολογίαν».. η φράσις δικονομ.
255«Εφ' ω τα τόμι' εστι». Άλλη γραφή φέρει «τα ταμιεία», ήτοι τα δημόσια θησαυροφυλάκια.
256Εις τα «Μεγάλα Διονύσια» η κατ' άστυ ή εν άστει ή αστικά ή απλώς Διονύσια, τα τελούμενα τον μήνα Ελαφηβολιώνα (Μάρτιον), εδιδάσκοντο εις το θέατρον αι τραγωδίαι και αι κωμωδίαι διά την παράστασιν των οποίων και την προγύμνασιν εδαπάνων (εχορήγουν) ιδιώται.
257Εορταί προς τιμήν του Απόλλωνος και της Αρτέμιδος τελούμεναι τον μήνα Θαργηλιώνα (Μάιον – Ιούνιον).
258Πολίτης οριζόμενος διά να χορηγήση δημοσίαν δαπάνην (λειτουργίαν) βαρείαν, οποίαι ήσαν η χορηγία και η τριηραρχία, ηδύνατο να υποδείξη άλλον ικανώτερον προς τούτο κατά την γνώμην του, προτείνων εις αυτόν ή να εκτελέση την χορηγίαν ή ν' ανταλλάξουν τας περιουσίας των. Τούτο δε ελέγετο αντίδοσις.
259«Και τας σκήψεις εισάγει». η φράσις δικον. Η σκήψις αντιστοιχεί και με τον σημερινόν όρον ένστασις.
260«Γονέων κακώσεως (αύται δ' εισίν αζήμιοι τω βουλομένω διώκειν), ορφανών κακώσεως (αύται δ' εισί κατά των επιτρόπων), επικλήρου κακώσεως».. κλπ., δικονομική φρασιολογία του Αττικού δικαίου.
261«Παρανοίας, εάν τις αιτιάται τινα παρανοούντα τα εαυτού απολλύναι».
262«Εις δατητών αίρεσιν, εάν τις μη θέλη κοινά τα όντα νέμεσθαι».. αγωγή αντίστοιχος προς την «περί διανομής κοινούν του Ρωμ. δικαίου.
263«Εις επιτροπής κατάστασιν».
264«Εις επιτροπής διαδικασίαν».
265Το κείμενον φέρει: «εις [εμφανών κατάστασ]ιν, επίτροπον αυτόν εγγράψαι». Ούτω δε η φράσις ακριβώς ερμηνεύεται: «διά την διαχείρισιν εμφανούς περιουσίας (προσωρινώς αδεσπότου) να διορίζη αυτός (ο άρχων) διαχειριστήν.
266«Και τους επιτρόπους, εάν μη διδώσι τοις παισί τον ούτον, ούτος εισπράττει».
267Εις την εορτήν αυτήν εγίνοντο οι δραματικοί αγώνες. Μην των εορτών τούτων ήτο ο Ληναιών κατά την αρχαίαν Ιωνικήν ονομασίαν, ήτοι ο αττικός Γαμηλιών (Ιανουάριος – Φεβρουάριος), έβδομος ερχόμενος εις το Αττικόν έτος. Ληναίος δε ελέγετο ο Διόνυσος, διότι εις αυτόν ήσαν αφιερωμένοι οι ληνοί.
268«Γραφαί δε λαγχάνονται προς αυτόν ασεβείας»..
269«Τας υπέρ των γερών απάσας».. φέρει το κείμενον. Διορθωτέον όμως ιερών, όπως ευρίσκεται αντιστοίχως και παρά τω Φωτίω.
270«Και ο απαγορεύων είργεσθαι των νομίμων ούτος εστι».
271«Αν εκ προνοίας αποκτείνη».
272Και φαρμάκων εάν αποκτείνη δους και πυρκαάς».
273Τόπος εις τας Αθήνας, όπου υπήρχε δικαστήριον το «επί Παλλαδίω», εις το οποίον συνεδριάζοντες οι εφέται εδίκαζον. Παυσανίας I, 28. Πολυδ. VIII, 118. Το δικαστήριον τούτο μετεχειρίζοντο και οι Ηλιασταί.
274Ήτο ναός του Απόλλωνος, εις τον οποίον ήτο και δικαστήριον το «επί Δελφινίω».
275«Εάν δε φεύγων φυγήν ων έφεσίς εστιν». Η διαστολή γίνεται, διότι υπήρχον εξόριστοι καταδικασμένοι εις θάνατον ή αειφυγίαν, οπότε δεν εκαλούντο οι τοιούτοι εκ νέου κατηγορούμενοι εις απολογίαν.
276«Εν Φρεάτου» ή «Φρεατοί» ή κατ' Αρποκρατ. «Φρεαττοί»· παράλιον χωρίον ονομασθέν από τινος Φρεάτου ήρωος, όπου συνεδρίαζον εις δικαστήριον.
277«Ο δε την αιτίαν έχων»..
278«Τότε δε»..
279«Όταν δε μη ειδή τον ποιήσαντα, τω δράσαντι λαγχάνει»..
280Ανάλογοι αι αγωγαί αύται προς την αγωγήν του Ακουιλίου νόμου εις το Ρωμ. Δικ.
281Κυνηγήτριαν.
282Επίθετον του Ποσειδώνος.
283«Διατίθησι δ' αγώνα τον επιτάφιον [και] τοις τετελευτηκόσιν».. Το και φαίνεται παρέμβλητον.
284«Αποστασίου».. Ο δούλος απελευθερούμενος υπό του κυρίου του και κακώς προς αυτόν έπειτα φερόμενος εισήγετο εις δίκην αποστασίου.
285«Προστασίου».. Καθένας ξένος έχων εγκατάστασιν εις τας Αθήνας ήτον υποχρεωμένος να ζητήση την προστασίαν πολίτου Αθηναίου, διά να τον εκπροσωπεί ούτος εις υποθέσεις κτηματικάς, ληξιαρχικάς και άλλας.
286«Έτι δε τας εισαγγελίας εισαγγέλλουσιν εις τον δήμον».
287«Τας καταχειροτονίας».
288«Τας προβολάς».
289«Και γραφάς παρανόμων και νόμον μη επιτήδειον θείναι».
290«Επιστατικήν».
291«Εισί δε και γραφαί προς αυτούς ων παράστασις τίθεται».
292«Ξενίας».
293«Δωροξενίας»..
294«Ψευδεγγραφής».
295«Ψευδοκλητείας».
296«Βουλεύσεως».. Κατά την ερμηνείαν, την παρεχομένην υπό του Αρποκρ. γραφή βουλεύσεως εγίνετο εάν παρανόμως διετηρείτο τις εις τον κατάλογον των πολιτών. Αλλ' εκ των ανωτέρω υπό του Αριστ. αναγραφομένων περί βουλής και βουλευτών πιθανωτέρα φαίνεται η ερμηνεία ως άνω.
297«Αγραφίου». Πολλοί εφρόντιζαν να διαγράφουν τα όνομά των εκ των καταλόγων προς αποφυγήν πληρωμής φόρων.
298«Τους απεψηφισμένους υπό των δημοτών».
299«Τας καταγνώσεις τας εκ της βουλής».
300«Τα ψευδομαρτυρία εξ Αρείου Πάγου».
Купите 3 книги одновременно и выберите четвёртую в подарок!

Чтобы воспользоваться акцией, добавьте нужные книги в корзину. Сделать это можно на странице каждой книги, либо в общем списке:

  1. Нажмите на многоточие
    рядом с книгой
  2. Выберите пункт
    «Добавить в корзину»